Τον τελευταίο μήνα, ο Πρόεδρος Zein al-Abidine Ben Ali της Τυνησίας αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του και ο Jean-Claude "Baby Doc" Duvalier της Αϊτής επέστρεψε στη δική του. Και στις δύο περιπτώσεις διεξάγονται νέες εξονυχιστικές έρευνες για τα τεράστια ποσά που φέρονται να έχουν κλέψει.
Οι διεθνείς συνθήκες και οι προσπάθειες συνεργασίας, σε συνδυασμό με πιο αυστηρές εγχώριες νομοθεσίες -εκ των οποίων και ένας νέος νόμος που θα τεθεί σε ισχύ στην Ελβετία την επόμενη εβδομάδα-, καθιστούν ολοένα και περισσότερο δύσκολο για τους εξορισμένους ηγέτες κρατών να αποκρύψουν και να διασφαλίσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία στους παραδοσιακούς φορολογικούς παραδείσους.
"Καταγράφεται νέο ενδιαφέρον κυρίως για την ανάκτηση των περιουσιακών στοιχείων, περισσότερο απ' όσο για την ποινική δίωξη των κατηγορουμένων", αναφέρει ο Kevin Hellard, συνέταιρος στο τμήμα για απάτες και πτωχεύσεις της Grant Thornton, ο οποίος συμβάλλει στην ευρύτερη προσπάθεια εντοπισμού των περιουσιακών στοιχείων πρώην αρχηγών κρατών.
Ενώ όμως τα ποσά που φέρονται να έχουν καταχραστεί οι πρώην ηγέτες εκτιμάται ότι είναι αστρονομικά, μόνο ένα μικρό ποσοστό έχει επιστραφεί στις χώρες, γεγονός που αναγκάζει τις ομάδες υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων να ζητούν περισσότερες μεταρρυθμίσεις.
Η Global Financial Integrity, η αρμόδια επιτροπή πρόληψης ατασθαλιών στις ΗΠΑ, εκτιμά ότι οι παράνομες ροές κεφαλαίων στις αναπτυσσόμενες χώρες, συμπεριλαμβανομένων της φοροδιαφυγής και των υπερτιμολογήσεων, το 2009 ανήλθαν στο 1,4 τρισ. δολάρια.
Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι σε διεθνές επίπεδο η διαφθορά ξεπερνά τα 40 δισ. δολ. ετησίως. Παρ' όλα αυτά, μόλις 5 δισ. δολ. υπολογίζεται ότι έχουν επιστραφεί, εκ των οποίων τα περισσότερα από τις ΗΠΑ και την Ελβετία.
Η ποσοτικοποίηση των περιουσιακών στοιχείων που φέρονται να έχουν κλαπεί από πρώην αρχηγούς κρατών είναι αρκετά δύσκολη. Ο ηγέτης κάποιου κράτους συνήθως είναι επικεφαλής ενός ευρύτερου συστήματος διαφθοράς και τα κεφάλαια είθισται να διανέμονται σε μέλη της οικογένειάς του, του ευρύτερο περιβάλλοντός του και του δικτύου που έχει δημιουργήσει, όπου συμπεριλαμβάνονται ανώτατοι αξιωματούχοι και υπουργοί.
Οι κανόνες αλλάζουν συχνά, γεγονός που καθιστά την επίτευξη συνεργασίας ακόμη πιο δύσκολη. Ο Πρόεδρος μιας χώρας, που συνδιαλέγεται με άλλες κυβερνήσεις, μπορεί την επομένη να βρίσκεται εκτός εξουσίας και να είναι στόχος δικαστικών υποθέσεων.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ο Laurent Gbagbo, στην Ακτή του Ελεφαντοστού, αρνείται να παραδώσει την εξουσία μετά τις πρόσφατες εκλογές και παρά τις εντεινόμενες διεθνείς πιέσεις. Την προηγούμενη εβδομάδα πάγωσαν οι τραπεζικοί του λογαριασμοί στην Ελβετία καθώς φέρεται να έκανε ανάληψη 160 εκατ. δολαρίων στην Αφρική.
Επιπλέον, οι συνεργάτες ενός πρώην αρχηγού κράτους μπορεί στο μέλλον να επιστρέψουν στην εξουσία, τερματίζοντας τις εναντίον τους νομικές διαδικασίες. Αυτό είναι ένα ακόμη πρόβλημα που αντιμετώπισε η Ελβετία στο Κονγκό και στην Αϊτή.
Ο εντοπισμός των κεφαλαίων επίσης δεν είναι εύκολη υπόθεση. "Πολλοί από εκείνους που ξεπλένουν χρήμα συμπεριφέρονται όπως οποιοσδήποτε άλλος επενδυτής", εξηγεί ο Daniel Thelesklaf, επικεφαλής του Ινστιτούτου της Βασιλείας για τη Διακυβέρνηση. "Τροποποιούνται σε εναλλακτικές μορφές επενδύσεων, έτσι ώστε ακόμα και οι τράπεζες να μη γνωρίζουν ορισμένες φορές ποιος είναι ο πραγματικός δικαιούχος και σε τι ακριβώς αφορούν", εξηγεί.
Αναφέρει ακόμα ότι τα κεφάλαια συχνά διοχετεύονται σε περιφερειακά κέντρα στο Μαϊάμι, στο Λονδίνο, στη Γενεύη ή στη Σιγκαπούρη και σε παραδοσιακούς φορολογικούς παραδείσους. Πλέον, όμως, εμφανίζονται περισσότερα offshore τραπεζικά κέντρα σε αναδυόμενες αγορές όπως η Ινδία και η Βραζιλία.
Ο κ. Thelesklaf ζητά περισσότερο διασυνοριακό συντονισμό και από τις χώρες και από τους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς όπου καταλήγουν τα κεφάλαια. "Η διαφθορά σε ξένο κράτος αποτελεί έγκλημα και εγχώρια δεν αφορά μόνο σε κάποιον που βρίσκεται σε μία μακρινή χώρα και με άλλο χρώμα στο δέρμα του".
Το κλειδί είναι η διαφάνεια. Για τη CCFD, τον γαλλικό αναπτυξιακό όμιλο που παρακολουθεί θέματα διαφθοράς, κλειδί είναι επίσης ο εκμηδενισμός της αδιαφάνειας σε trust και σε άλλες δομές που αποκρύπτουν τους πραγματικούς ιδιοκτήτες των περιουσιακών στοιχείων.
Ο βρετανικός όμιλος Global Witness στοχεύει στην αντιμετώπιση του προβλήματος από μία άλλη κατεύθυνση: τον εξαναγκασμό των εταιριών φυσικών πόρων να αποκαλύψουν τι ακριβώς πληρώνουν στις αναδυόμενες οικονομίες. Έτσι, οι πολίτες των εν λόγω χωρών θα έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθούν ακριβώς πόσα κεφάλαια έλαβαν οι κυβερνήσεις τους.
Η επιστροφή των χρημάτων, όμως, μπορεί να αποδειχτεί το ίδιο δύσκολη με τον εντοπισμό τους. Οι νέοι ηγέτες μιας χώρας μπορεί να αποτελούν μέρος του παλαιού συστήματος ή να ανησυχούν για τη δημιουργία αστάθειας από τη σχετική διερεύνηση του παρελθόντος.
Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με συνήθως αδύναμα συστήματα δικαιοσύνης, εξηγούν τον νέο νόμο της Ελβετίας που επιτρέπει την μονομερή απόφαση για επιστροφή των χρημάτων. Η νέα νομοθεσία ορίζει ότι τα κεφάλαια που επιστρέφονται θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για το δημόσιο συμφέρον και μπορεί να δοθούν σε διεθνείς και μη κυβερνητικούς οργανισμούς, οι οποίοι όμως θα παρακολουθούνται στενά.