Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

Ανοδο έως και 10% μπορεί να επιτύχει ο S&P 500 εντός του 2011

Mπορεί  το 2010 να ήταν ένα έτος αμφιθυμίας και αμφιβολίας –άλλωστε ο S&P 500 ξεκίνησε τη χρονιά στις 1.115 μονάδες και βρέθηκε λίγο υψηλότερα ή λίγο χαμηλότερα από αυτό το επίπεδο τουλάχιστον 165 φορές κατά τη διάρκεια του έτους, καθώς οι επενδυτές δεν ήταν σίγουροι ότι οι προσπάθειες της αμερικανικής κυβέρνησης να στηρίξει την οικονομία θα ευοδωθούν– όμως οι αναλυτές έχουν καταλήξει σε ένα διαφορετικό συμπέρασμα για το τρέχον έτος: το 2011 θα είναι μία χρονιά πολύ καλή για τοποθετήσεις σε μετοχές.

Οι 10 στρατηγικοί αναλυτές τους οποίους συμβουλεύθηκε το Barron's υποστηρίζουν ότι ο S&P 500 θα κλείσει το 2011 στο επίπεδο των 1.373 μονάδων, δηλαδή θα σημειώσει αύξηση κοντά στο 10% σε σύγκριση με τα επίπεδα στο οποία ολοκλήρωσε το 2010.
Οι περισσότεροι εκ των αναλυτών θεωρούν ότι το 2011 θα καταγραφεί σαφής ανάκαμψη της οικονομίας, καθώς τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι καταναλωτές θα ξεπεράσουν τον σκεπτικισμό τους και θα αυξήσουν τις δαπάνες τους. Η ανάκαμψη της εμπιστοσύνης και η διατήρηση των επιτοκίων σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, επίσης, δρουν θετικά για την καλή πορεία της εταιρικής κερδοφορίας.
Το γεγονός ότι οι τιμές των καταναλωτικών ειδών αλλά και οι μισθοί δεν αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς δίνει την ευχέρεια στη Fed να «διαπραγματεύεται» με έναν ήπιο πληθωρισμό και ως εκ τούτου να μην είναι αναγκασμένη να προχωρήσει σε αυξήσεις επιτοκίων.

Ισχυρά κέρδη για τις μετοχές
Οι εννέα από τους 10 αναλυτές τοποθετούν τα κέρδη για τις αγορές από 7% έως 17% για το 2011. Βέβαια κανείς δεν μπορεί να είναι απόλυτα σίγουρος αφού δεν αποκλείεται να έχουμε νέες εντάσεις σε επίπεδο εμπορικών σχέσεων, ήπιους ρυθμούς στην παγκόσμια ανάπτυξη, καθώς οι αναδυόμενες οικονομίες λαμβάνουν μέτρα για περιορισμό του δανεισμού και φυσικά υπάρχει η απειλή των γεωπολιτικών κινδύνων από το Ιράν έως τη χερσόνησο της Κορέας. Oμως η αγορά μοιάζει ικανή να αντεπεξέλθει σε αυτές τις δυσκολίες και να τις διαχειριστεί με ηρεμία.
Ας μην ξεχνάμε ότι την άνοιξη του 2010 τα προβλήματα στη Nότια Ευρώπη και στην Ιρλανδία προκάλεσαν πανικό, με τις αμερικανικές μετοχές να καταγράφουν απώλειες κοντά στο 15%. Η δεύτερη, όμως, «πράξη του δράματος» στην ευρωζώνη, που συνέβη τον Νοέμβριο του 2010, αντιμετωπίστηκε με μεγαλύτερη ψυχραιμία και οι απώλειες περιορίστηκαν στο 4%.
«Υπάρχει η αίσθηση ότι κανένα πρόβλημα δεν θα είναι τόσο ακραίο ώστε να πανικοβάλει τις αγορές», υποστηρίζει ο κ. Jeff Knight, επικεφαλής της μονάδας διεθνών επενδύσεων της Putnam Investments.
Ισως το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις έχουν πλέον αναλάβει το χρέος των περισσότερων προβληματικών εταιριών να είναι αυτό που κάνει τη διαφορά, καθώς διαθέτουν πολύ περισσότερα «εργαλεία» για να διαχειριστούν αυτή τη δύσκολη κατάσταση. Πάντως υπήρξαν και κάποιες στιγμές, κατά τη διάρκεια του 2010, όπου η ανησυχία ήταν έκδηλη. Η αμερικανική οικονομία χαλάρωσε στα μέσα του περασμένου έτους, αλλά πάντως ξέφυγε από τη διολίσθηση σε διπλή ύφεση. Οι ταχύτατα αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως οι Κίνα και Ινδία, φρόντισαν να λάβουν μέτρα περιορισμού της παροχής δανείων, όμως δεν είχαν «ανώμαλη προσγείωση». Επιπρόσθετα η απόφαση της κυβέρνησης Ομπάμα να παρατείνει τις φοροαπαλλαγές Μπους –ανεξάρτητα εάν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί με αυτή την κίνηση– έδρασε ευεργετικά, τουλάχιστον έως έναν βαθμό.

«Κανένα από τα μακροχρόνια προβλήματα δεν έχει λυθεί. Ο ανεπτυγμένος κόσμος έχει “φορτωθεί” υψηλά χρέη, η αύξηση των μισθών είναι εξαιρετικά ήπια και οι κεντρικές τράπεζες ξέμειναν από “πυρομαχικά” για να λύσουν τα προβλήματα», υποστηρίζει από την πλευρά του ο κ. Henry McVey, επικεφαλής διεθνών επενδύσεων στη Morgan Stanley Investment Management.
Σχεδόν όλοι οι αναλυτές θεωρούν ότι οι μετοχές θα έχουν καλύτερες αποδόσεις απ' ό,τι τα ομόλογα και ιδιαίτερα τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα. Ακόμη και ο κ. Douglas Gliggott της Credit Suisse, ο οποίος αναμένει ότι ο S&P 500 θα κλείσει το 2011 πρακτικά αμετάβλητος, δεν διστάζει να υποστηρίξει ότι είναι καλύτερο να τοποθετήσεις κεφάλαια σε μετοχές και όχι σε ομόλογα.
Αρκετοί αναλυτές είναι ιδιαίτερα ανήσυχοι για τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα, με δεδομένο ότι οι ΗΠΑ τυπώνουν χρήμα και τα επιτόκια είναι ουσιαστικά μηδενικά. Από τις αρχές Νοεμβρίου 2010, όταν η Fed ανακοίνωσε το νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων 600 δισ. δολαρίων, υπήρξε ξεπούλημα των 10ετών αμερικανικών ομολόγων, με αποτέλεσμα η απόδοσή τους (yield) να φθάσει στο 3,3% από 2,4% που ήταν πριν. «Μόλις ξεκίνησε μία κυκλική bear market στα ομόλογα», εκτιμά ο κ. McVey και προσθέτει ότι «ως εκ τούτου οι μετοχές είναι ο πλέον κερδισμένος επενδυτικός “τομέας” μετά από αυτό».

Ανάκαμψη κατανάλωσης
Eνα θετικό στοιχείο είναι ότι οι Αμερικανοί πολίτες αρχίζουν να αισθάνονται λίγο πιο αισιόδοξοι. Φροντίζουν να μειώσουν τα χρέη τους, πληρώνουν τις πιστωτικές τους κάρτες και καλύπτουν τις όποιες άλλες υποχρεώσεις τους, αλλά σαφώς χωρίς τον πανικό που επικράτησε τη διετία 2009-10. Τα χρέη των νοικοκυριών μειώθηκαν κατά ένα τρισ. δολάρια το 2010, με το συνολικό ποσό να διαμορφώνεται στα 11,5 τρισ. δολάρια, πάντα στις ΗΠΑ. Το χρέος τους ως μερίδιο επί των εισοδημάτων τους υποχώρησε στο 17% από 19% που ήταν το 2009. Οι Αμερικανοί αποταμιεύουν το 6% των εισοδημάτων τους, αλλά ο ρυθμός αύξησης των αποταμιεύσεων είναι λιγότερο επιθετικός.
Oλα τα παραπάνω «μεταφράζονται» σε αύξηση της αγοραστικής δύναμης των Αμερικανών. Στο γ' τρίμηνο του 2010 οι καταναλωτικές δαπάνες ενισχύθηκαν κατά 2,8%, δηλαδή με τον ταχύτερο ρυθμό από το 2006, ενώ οι μετοχές λιανικών ομίλων, εστιατορίων και εταιριών οργάνωσης τουριστικών ταξιδιών ενισχύθηκαν. Κατά τη διάρκεια της εορταστικής περιόδου (Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2010) οι καταναλωτικές δαπάνες βρέθηκαν στο υψηλότερο επίπεδο από το 2005, με αύξηση 5,5% και ξεπέρασαν τη μέση πρόβλεψη των αναλυτών που τοποθετούσε την άνοδο κοντά στο 4%.
Παρά το ότι η ανεργία παραμένει στο ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό του 9,8% οι επιχειρήσεις αρχίζουν, έστω και με αργούς ρυθμούς, να προσλαμβάνουν εκ νέου.
«Η αμερικανική οικονομία βρίσκεται σε έναν δρόμο ικανό να ενισχύσει την εμπιστοσύνη και αυτό θα επηρεάσει τα πάντα: από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας έως την αύξηση των εταιρικών μερισμάτων, τις καταναλωτικές δαπάνες αλλά και τις εισροές κεφαλαίων σε αμοιβαία κεφάλαια», εκτιμά ο κ. David Kelly, επικεφαλής επενδύσεων στην JP Morgan Funds. Από την πλευρά του ο κ. Barry Knapp, στρατηγικός αναλυτής αμερικανικών αγορών για την Barclays Capital, υποστηρίζει ότι «θεωρούμε ότι η επιχειρηματική εμπιστοσύνη θα ενισχυθεί και υπάρχουν ενδείξεις για αύξηση των επενδύσεων των εταιριών τόσο σε ανθρώπινο δυναμικό όσο και σε κεφαλαιακές δαπάνες».
Τα δημοσιοποιημένα στοιχεία ενισχύουν τις παραπάνω απόψεις: ο ιδιωτικός τομέας δημιούργησε 1,1 εκατ. νέες θέσεις εργασίας στο 11μηνο Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2010, αν και δεν ήταν αρκετές για να καλύψουν μέρος των θέσεων που χάθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης. Oμως είναι αρκετές για να στηρίξουν την ανάπτυξη.

Η «δύναμη» του S&P 500
Οι αναλυτές μας εκτιμούν ότι η αμερικανική οικονομία θα εμφανίσει μέσο ρυθμό ανάπτυξης 3,5% το 2011. Το φθηνό κόστος δανεισμού, τα επιθετικά προγράμματα περικοπής δαπανών κατά τη διάρκεια της κρίσης, βοήθησαν ώστε οι εταιρίες που είναι εισηγμένες στον S&P 500 να εμφανίσουν κέρδη 85 δολάρια ανά μετοχή το 2010, σαφώς πολύ καλύτερα από τα 61 δολάρια ανά μετοχή που είχαν πετύχει το 2009. Υπάρχει όμως διάχυτη αισιοδοξία για το τρέχον έτος. Βάσει της μέσης πρόβλεψης τα κέρδη ανά μετοχή για τις εταιρίες του S&P 500 θα φθάσουν στα 95 δολάρια φέτος, με τον κ. David Bianco, στρατηγικό αναλυτή αμερικανικών μετοχών για την Bank of America Merrill Lynch, να θεωρεί ότι τα 95 δολάρια ανά μετοχή μπορεί να είναι και «λίγα», ακόμη και εάν δεν επαληθευθεί η πρόβλεψη για ανάπτυξη άνω του 3% στις ΗΠΑ. Επίσης η Merrill Lynch εκτιμά ότι οι επισφάλειες θα μειωθούν στο 1,8% των συνολικών κεφαλαίων των τραπεζών το 2011 από 2,6% που ήταν πέρυσι.
Οι πωλήσεις των εταιριών του δείκτη επίσης ενισχύθηκαν κατά 10% το 2010, ενώ για φέτος ο κ. Bianco αναμένει ότι η αύξηση θα διαμορφωθεί στο επίπεδο του 6%. Οι εταιρίες που δεν ανήκουν στον χρηματοοικονομικό κλάδο διαθέτουν πληθώρα μετρητών, τα οποία αντιστοιχούν στο 7,4% των περιουσιακών τους στοιχείων. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό της τελευταίας 10ετίας. Η επιχειρηματική Αμερική έμαθε ένα καλό μάθημα κατά τη διάρκεια της κρίσης: Μην «πιαστείς στην παγίδα» να θέλεις να αντλήσεις μετρητά από τις αγορές σε περιόδους ανελέητης κρίσης. Γι' αυτό τον λόγο ακόμη και εταιρίες που διαθέτουν πληθώρα μετρητών όπως οι Coca-Cola, Microsoft, eBay και Wal-Mart φρόντισαν το 2010 να τα αυξήσουν, κυρίως μέσω ομολογιακών εκδόσεων. «Οι ισολογισμοί αλλά και η δυνατότητα έκδοσης εταιρικών ομολόγων ποτέ πριν δεν ήταν τόσο ισχυροί» υποστηρίζει ο κ. Bianco.


Οι κίνδυνοι
Φυσικά δεν θα είναι όλα ρόδινα το 2011. Ο κ. Michael Ryan, επικεφαλής επενδύσεων στην UBS Wealth Management, φοβάται τους απανταχού γεωπολιτικούς κινδύνους αλλά και την κρίση χρέους χωρών στην ευρωζώνη. «Με δεδομένη τη σημασία της Ισπανίας στην ευρωζώνη και την απροθυμία της Γερμανίας να δώσει και άλλα χρήματα προς διάσωση κάποιου εταίρου, ο βασικός φόβος των επενδυτών δεν θα είναι για τη ρευστότητα στις αγορές αλλά για το κρατικό χρέος», υποστηρίζει.
Σύμφωνα με τον κ. James Paulsen, επικεφαλής επενδύσεων στη Wells Capital Management, οι περισσότεροι επενδυτές βλέπουν παντού κινδύνους. «Μήπως τελικά πληρώνουμε πολλά για τα σπίτια μας; Μήπως οι εταιρίες έχουν φουσκώσει τα μισθολόγιά τους; Μήπως οι τράπεζες δανείζουν πολλά; Τελικώς οι επενδυτές περιμένουν πρώτα να σιγουρευτούν για τη δυναμική της ανάκαμψης και μετά να αυξήσουν τις τοποθετήσεις τους», εκτιμά ο κ. Paulsen.
Ο πλέον απαισιόδοξος από τους αναλυτές είναι ο κ. Cliggott, ο οποίος δηλώνει ξαφνιασμένος από την πολύ καλή πορεία της εταιρικής κερδοφορίας το 2010 αλλά ξεκαθαρίζει ότι δεν αναμένει ότι θα συνεχιστεί και φέτος: «Ο κύκλος των εταιρικών κερδών στις ΗΠΑ στηρίχθηκε υπερβολικά στις δαπάνες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, η οποία έχει συγκεντρώσει υπερβολικό όγκο χρεών. Ως εκ τούτου δεν έχει τη δυνατότητα να αυξήσει και άλλο τις δαπάνες της και να στηρίξει τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τις πολιτείες. Αυτό δρα αρνητικά».
Aλλωστε κάποια στιγμή οι κρατικές δαπάνες θα πρέπει να περιοριστούν και οι φόροι να αυξηθούν, κάτι που θα πλήξει τόσο την ανάπτυξη όσο και την αύξηση των εταιρικών κερδών.
Eνας άλλος φόβος είναι ο πληθωρισμός. Η χαλαρή νομισματική πολιτική έχει οδηγήσει το πετρέλαιο σε υψηλό δύο ετών και ο χαλκός έφθασε την τελευταία εβδομάδα του 2010 στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών. Ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ μπορεί να έφθασε στο 1,1%, αλλά στην Κίνα ξεπέρασε το 5%. Η Κίνα έχει ήδη ξεκινήσει να λαμβάνει μέτρα τιθάσευσης του πληθωρισμού. Εάν αυτά ενταθούν περαιτέρω κανείς δεν θα είναι ευχαριστημένος.

Επενδυτικές επιλογές
Ας δούμε όμως ορισμένες απόψεις που έχουν εκφράσει οι αναλυτές σε ό,τι αφορά την επιλογή κλάδων, αλλά και τις δικές μας απόψεις για τις επιλογές τους.
Ο κλάδος της υψηλής τεχνολογίας επιλέγεται από τους οκτώ από τους δέκα αναλυτές ως ο περισσότερο υποσχόμενος, ενώ κανείς δεν τον έχει στις «κακές επιλογές». Ο αγαπημένος τους κλάδος είναι.. σέξι και ασφαλής αυτή τη στιγμή. Αυξάνει τις κεφαλαιακές δαπάνες του, έχει βελτιωμένη παραγωγικότητα, διαθέτει προϊόντα που αγοράζουν οι καταναλωτές ακόμη και εάν δεν είναι πάμπλουτοι. Θα είναι όμως τόσο επιτυχημένος; Ας μην ξεχνάμε ότι οι «κοινοί» επενδυτές που έχουν καεί από τη φούσκα του διαδικτύου εξακολουθούν να φοβούνται την υψηλή τεχνολογία και είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στις επιλογές τους.
Οι νέοι παρίες των αγορών είναι οι κλάδοι κοινής ωφέλειας και υγείας. Μόλις ένας αναλυτής είχε θετική άποψη. Αντίθετα οι κλάδοι βιομηχανίας και ενέργειας είχαν πέντε θετικές ψήφους και μία αρνητική. Το να μην «αγαπά» κάποιος τον ευαίσθητο στις αυξομειώσεις των πραγματικών επιτοκίων κλάδο κοινής ωφέλειας είναι μάλλον κατανοητό. Oμως αυτές οι μετοχές έχουν υποχωρήσει αρκετά και πάντα οι μετοχές που πωλούνται φθηνά προσελκύουν αγοραστές.
Με δεδομένη την τεράστια αβεβαιότητα για την αγορά ακινήτων των ΗΠΑ και για το κατά πόσο θα ανακάμψει, αλλά και με δεδομένη την υψηλή έκθεση των τραπεζών σε στεγαστικά δάνεια και την εύθραυστη καταναλωτική εμπιστοσύνη είναι επίσης κατανοητή η «αντιπάθεια» στους κλάδους χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και μη διαρκών καταναλωτικών αγαθών. Σημειώνεται ότι μετοχές του κλάδου μη διαρκών καταναλωτικών αγαθών όπως οι Nike και Priceline.com έχουν σημειώσει άνοδο 24% το 2010 και αποτελούν τις καλύτερες από πλευράς αποδόσεων. Είναι σαφές ότι η ζήτηση δεν πρόκειται να εμφανίσει «εκρήξεις». Oμως κανείς δεν γνωρίζει με ποια ταχύτητα οι εταιρίες θα βελτιώσουν την αλυσίδα προσφορών. Επίσης ο ανταγωνισμός έχει υποχωρήσει, βρίσκεται σε πιο λογικά επίπεδα.
Οι εταιρίες παραγωγής καταναλωτικών αγαθών έχουν «δει» τις μετοχές τους να ενισχύονται κατά 10% το 2010. Οι τιμές των πρώτων υλών σαφώς ενισχύονται αλλά αρκετές από αυτές τις εταιρίες διαθέτουν ισχυρούς ισολογισμούς. Διαθέτουν επίσης μία ιδιαίτερα ελκυστική μερισματική απόδοση της τάξης του 2,7% και έχουν αρκετά μετρητά ώστε να συνεχίσουν να την προσφέρουν. Αρκετές από τις εταιρίες του κλάδου όπως για παράδειγμα οι PepsiCo και Procter & Gamble αντλούν το μεγαλύτερο μερίδιο του κύκλου εργασιών τους από τις αναδυόμενες αγορές. Ως εκ τούτου ο κλάδος, όντως, μπορεί να προσφέρει ελκυστικές ευκαιρίες και καλά κέρδη στους επενδυτές εντός του 2011.
Θα πρέπει, επίσης, να «αποκαλύψουμε» πόσο καίριες και ορθές ήταν οι προβλέψεις του 2010 από τους αναλυτές. Στην αντίστοιχη περσινή έρευνά μας –στην οποία συμμετείχαν 12 αναλυτές– είχαν προβλέψει ότι ο S&P 500 θα «έκλεινε» το 2010 στις 1.239 μονάδες. Προέβλεψαν –αποδείχθηκε απόλυτα ορθό– ότι η ανάπτυξη των ΗΠΑ θα είναι ασθενής και θα έχει αυξομειώσεις. Κανείς δεν περίμενε ότι θα υπήρχε ένα δεύτερο «πακέτο στήριξης». Πάντως δεν ήταν αισιόδοξοι μόνο οι δικοί μας αναλυτές. Σε μία παγκόσμια έρευνα που δημοσιεύθηκε στα μέσα Δεκεμβρίου 2010 και στην οποία συμμετείχαν 302 διαχειριστές κεφαλαίων τα συμπεράσματα ήταν θετικά. Το 44% αναμένει καλύτερη πορεία για την ανάπτυξη σε παγκόσμιο επίπεδο (από μόλις 15% που ήταν το αντίστοιχο ποσοστό στην έρευνα του Οκτωβρίου), ενώ αυτοί που «βλέπουν» καλύτερη πορεία στην εταιρική κερδοφορία έφθασαν στο 51%, από 11% που ήταν τον Οκτώβριο.