Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

Περί του μη δειν δανείζεσθαι. -- Πλούταρχος 1ος αιώνας μ.Χ.

.



.

Παρακαλώ μην συνεχίσετε να διαβάζετε εάν είσθε δανειστής , τραπεζίτης ή δανειζόμενος, θα χάσετε άδικα τον χρόνο σας και δεν πρόκειται να συμφωνήσετε με τον Πλούταρχο.


Το δανείζεσθαι της εσχάτης αφροσύνης και μαλακίας εστίν.

Μετάφραση: Ο δανεισμός είναι πράξη υπέρτατης αφροσύνης και μαλθακότητας!

Το είπε ο Πλούταρχος τον 1ο μ.Χ. αιώνα και να που έφθασε η στιγμή να εκτιμηθούν οι λόγοι του...

 «Εχεις; Μη δανείζεσαι γιατί δεν σου λείπουν. Δεν έχεις; Μη δανείζεσαι γιατί δεν θα
ξεπληρώσεις το χρέος σου», προβλέπει ο μεγάλος συγγραφέας της αρχαιότητας και  ας βγει κάποιος να αντιπαραθέσει, ότι δεν έχει δίκιο...

Οι συμφορές του δανεισμού.
Τις συμφορές που συσσωρεύονται στον άνθρωπο, ο οποίος καταφεύγει στο δανεισμό απαριθμεί με τρόπο καυστικό, αυστηρό και καίριο ο Πλούταρχος σ΄αυτό το   μικρό κείμενο, που δεν μπορεί να διαβαστεί σήμερα απλώς «εγκυκλοπαιδικά», αφού οι παραλληλίες με τα σύγχρονα τεκταινόμενα παραφυλούν σε κάθε στίχο

«Οι οφειλέτες είναι δούλοι όλων των δανειστών τους. Είναι δούλοι δούλων αναιδών και βάρβαρων και βάναυσων». Και οι δανειστές «Μετατρέπουν την αγορά σε κολαστήριο για τους δύσμοιρους οφειλέτες, σαν όρνεα τους κατακρεουργούν και τους κατασπαράζουν βυθίζοντας το ράμφος στα σωθικά τους»... λέει κατηγορηματικά ο Χαιρωνίτης ρήτορας.
Και επιχειρηματολογεί. Και φέρνει παραδείγματα από την ιστορία της εποχής του, από τους μύθους, αλλά και από τα παθήματα των απλών ανθρώπων. Και χιούμορ  επιστρατεύει ενίοτε μάλιστα μαύρο!..

Γιατί το κείμενο -μία ομιλία στην πραγματικότητα- δεν γράφτηκε τυχαία. Η Αθήνα και οι άλλες ελληνικές πόλεις μαστίζονταν από τις συνέπειες της υπερχρέωσης, όταν ο Πλούταρχος περί το 92 μ.Χ. αποφάσισε να μιλήσει μπροστά σε ακροατήριο για τις  σοβαρές συνέπειες του δανεισμού.

 

Σε ποιούς ήταν χρεωμένοι τότε οι άνθρωποι; Σε δικούς τους, αλλά κυρίως σε ξένους  πιστωτές ως επί το πλείστον Ρωμαίους. «Kουβαλώντας μαζί τους σάκους και  συμφωνητικά και συμβόλαια σαν δεσμά εναντίον της Ελλάδος, την οργώνουν από πόλη σε πόλη και σπέρνουν χρέη, που πολλά βάσανα φέρνουν και πολλούς τόκους, και που δύσκολα ξερριζώνονται ενώ οι βλαστοί τους περικυκλώνουν τις πόλεις, τις εξασθενούν και  τελικά τις πνίγουν», λέει παραστατικά ο Πλούταρχος.

Και τι προτείνει;
«Φύγε να γλυτώσεις από τον εχθρό και τύραννό σου, τον δανειστή που θίγει την ελευθερία σου, βάζει πωλητήριο στην αξιοπρέπειά σου κι αν δεν του δίνεις, σε ενοχλεί· αν πουλήσεις, ρίχνει την τιμή· αν δεν πουλήσεις σε αναγκάζει· αν τον πας στο δικαστήριο προσπαθεί να επηρεάσει την έκβαση της δίκης· αν του ορκίζεσαι σε προστάζει· αν κρατάς την πόρτα κλειστή στήνεται στο κατώφλι και σου βροντά αδιάκοπα».

Αλλά ο Πλούταρχος δεν κατακεραυνώνει μόνον τους πιστωτές. Και ας μη βιαστούν οι αναγνώστες του να βγάλουν εύκολα συμπεράσματα κάνοντας βολικούς συσχετισμούς.
Δεν φταίει μόνον ο δανειστής. Ευθύνεται πρωτίστως ο δανειζόμενος με την άφρονα συμπεριφορά του και την επιθυμία του για πολυτέλεια και τριφυλή ζωή (μας θυμίζει κάτι αυτό;), φωνάζει ο συγγραφέας... «Διότι χρεωνόμαστε για να πληρώσουμε όχι το ψωμί και το κρασί μας, μα εξοχικές κατοικίες, δούλους, μουλάρια, ανάκλιντρα και τραπεζώματα».

Κι αν ο Πλούταρχος κατακεραυνώνει έτσι τους συγχρόνους τους, τι θα έλεγε για. τα  εορτοδάνεια και τα δάνεια για καλοκαιρινές διακοπές, που διαφημίζονταν μέχρι λίγα χρόνια πριν  βρίσκοντας φυσικά, πολλούς «ενδιαφερόμενους».
Και το αποτέλεσμα ποίο είναι;
«Για να διατηρήσουμε την ελευθερία μας ενώ έχουμε συνάψει δάνεια κολακεύουμε   ανθρώπους που καταστρέφουν σπιτικά, γινόμαστε σωματοφύλακες τους, τους καλούμε σε γεύματα, τους προσφέρουμε δώρα και τους πληρώνουμε φόρους».

Το γεγονός ότι ένας άνθρωπος ιδιαίτερα χαμηλών τόνων, όπως θεωρείται ο Πλούταρχος από τους μελετητές του είναι τόσο αυστηρός  σ΄ αυτό το έργο και δείχνει τόσο πάθος καταδικάζοντας το φαινόμενο του αλόγιστου δανεισμού αφ΄ ενός και της απληστίας και βαναυσότητας των δανειστών από την άλλη, είχε οδηγήσει στο παρελθόν στην υπόθεση ότι το έγραψε σε νεαρή ηλικία. Πράγμα λανθασμένο, όπως απέδειξε η σύγχρονη έρευνα.

Η αδυναμία των ανθρώπων να ξεφύγουν από τα δεινά του δανεισμού φαίνεται ότι απασχολούσε πολύ τον μεγάλο βιογράφο της αρχαιότητας. «Ανθρωπος που μπλέκει μια φορά, μένει χρεώστης για πάντα και σαν το άλογο που του έχουν φορέσει χαλινάρι, δέχεται στη ράχη του τον έναν αναβάτη μετά τον άλλον», γράφει.

 
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΗ ΔΕΙΝ ΔΑΝΕΙΖΕΣΘΑΙ

Ὁ Πλάτων ἐν τοῖς Νόμοις οὐκ ἐᾷ μεταλαμβάνειν ὕδατος ἀλλοτρίου τοὺς γείτονας, ἂν μὴ παρ´ αὑτοῖς ὀρύξαντες ἄχρι τῆς κεραμίτιδος καλουμένης γῆς ἄγονον εὕρωσι νάματος τὸ χωρίον· ἡ γὰρ κεραμῖτις φύσιν ἔχουσα λιπαρὰν καὶ πυκνὴν στέγει παραλαβοῦσα τὸ ὑγρὸν καὶ οὐ διίησι· δεῖν δὲ μεταλαμβάνειν τἀλλοτρίου τοὺς ἴδιον κτήσασθαι μὴ δυναμένους· ἀπορίᾳ γὰρ βοηθεῖν τὸν νόμον. Ἆρ´ οὐ δὴ ἔδει καὶ περὶ χρημάτων εἶναι νόμον, ὅπως μὴ δανείζωνται παρ´ ἑτέρων μηδ´ ἐπ´ ἀλλοτρίας πηγὰς βαδίζωσι, μὴ πρότερον οἴκοι τὰς αὑτῶν ἀφορμὰς ἐξελέγξαντες καὶ συναγαγόντες ὥσπερ ἐκ λιβάδων τὸ χρήσιμον καὶ ἀναγκαῖον αὑτοῖς; νυνὶ δ´ ὑπὸ τρυφῆς καὶ μαλακίας ἢ πολυτελείας οὐ χρῶνται τοῖς ἑαυτῶν, ἔχοντες, ἀλλὰ λαμβάνουσιν ἐπὶ πολλῷ παρ´ ἑτέρων, μὴ δεόμενοι· τεκμήριον δὲ μέγα· τοῖς γὰρ ἀπόροις οὐ δανείζουσιν, ἀλλὰ βουλομένοις εὐπορίαν τιν´ ἑαυτοῖς κτᾶσθαι· καὶ μάρτυρα δίδωσι καὶ βεβαιωτὴν ἄξιον, ὅτι ἔχει, πιστεύεσθαι, δέον ἔχοντα μὴ δανείζεσθαι.

 Μετάφραση

Ο Πλάτωνας στους Νόμους απαγορεύει να παιρνει κανείς νερό από τη γη των γειτόνων του αν δεν έχει πρώτα αποτύχει να βρει νερό στο δικό του τόπο, έχοντας σκάψει μέχρι να συναντήσει τη λεγόμενη κεραμίτιδα, δηλαδή στρώμα αργίλου (η άργιλος είναι λιπαρή και συμπαγής, κατακρατεί το υγρό και δεν το αφήνει να τη διαπεράσει). Επιβάλλει ωστόσο να μοιράζονται το νερό των γειτόνων τους, όσοι δεν μπορούν να έχουν δικό τους, καθώς ο νόμος οφείλει, στη δυσπραγία, να παρέχει βοήθεια.  Δεν θα έπρεπε λοιπόν να υπάρχει και για τα χρήματα νόμος, που να απαγορεύει στους ανθρώπους να δανείζονται από άλλους και να καταφεύγουν σε ξένες πηγές, αν πρώτα δεν εξετάσουν τη δική τους περιουσία και τις δικές τους δυνατότητες, και δεν ξεχωρίσουν και συγκεντρώσουν, σταγόνα σταγόνα, ό,τι τους είναι χρήσιμο και αναγκαίο;  Στις μέρες μας, η τρυφή, η μαλθακότητα και η πολυτέλεια έχουν κάνει τους ανθρώπους να μη χρησιμοποιούν αυτά που έχουν, μολονότι έχουν αρκετά. Δανείζονται λοιπόν, έναντι υψηλών τόκων, ενώ τίποτα δεν τους αναγκάζει. Περίτρανη απόδειξη γι αυτό είναι ότι, κανείς δεν δανείζει σε άνθρωπο που δεν έχει οικονομικούς πόρους. Δανείζουν σ’ εκείνους που επιθυμούν να αποκτήσουν ακόμη μεγαλύτερη άνεση. και φέρνουν μάρτυρες και παρέχουν  εγγυήσεις για το ότι  είναι άξιοι δανεισμού επειδή έχουν περιουσία, ενώ ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο θα έπρεπε να μη δανείζονται καθόλου.