Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Η επένδυση σε μετοχές ΗΠΑ αποτελεί την καλύτερη κερδοφόρα επιλογή για το επόμενο δωδεκάμηνο Η ευρωζώνη θα επιβιώσει.

Πολλές φορές εκεί που νομίζεις ότι ο ουρανός θα… πέσει στο κεφάλι σου, ξαφνικά τα σύννεφα απομακρύνονται και εμφανίζεται ο ήλιος. Η άνευ προηγουμένου «μάχη» στην Ουάσιγκτον για το χρέος των ΗΠΑ, η υποβάθμιση του αμερικανικού χρέους και οι φόβοι για «διπλή» ύφεση αποτέλεσαν τις αιτίες που οδήγησαν τις αγορές σε ένα εξαιρετικά δύσκολο καλοκαίρι.

Oλα αυτά μοιάζουν να έχουν ξεπεραστεί, ενώ οι πρόσφατες αποφάσεις των ηγετών της ευρωζώνης, μοιάζουν να προσφέρουν «περισσότερο φως» στις προοπτικές των αγορών. Αυτό που είναι απόλυτα σαφές είναι ότι οι αγορές βρέθηκαν αντιμέτωπες με μια έντονη μεταβλητότητα το τελευταίο διάστημα.


Παρά, όμως, αυτή την κατάσταση οι 121 διαχειριστές χαρτοφυλακίων που συμμετέχουν στην 6μηνιαία έρευνα του Barron's  «Big Money Poll», αν και έχουν υποβαθμίσει τις προβλέψεις τους, εμφανίζονται τουλάχιστον αισιόδοξοι. Το 52% των διαχειριστών αυτοχαρακτηρίζονται ως ιδιαίτερα αισιόδοξοι (very bullish) ή αισιόδοξοι (bullish) για την πορεία της αμερικανικής αγοράς τόσο έως το τέλος του έτους όσο και εντός του Α εξαμήνου του 2012. Πρόκειται για ποσοστό αρκετά χαμηλότερο από το 59% που είχε καταγραφεί τον Ιούνιο του 2011, αλλά με δεδομένες τις συνθήκες της παγκόσμιας οικονομίας αυτό το 52% δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αμελητέο. Το 31% των συμμετεχόντων διατηρούν ουδέτερη (neutral) στάση έναντι των αγορών, ενώ υπάρχει και ένα 17% που αυτοχαρακτηρίζονται ως απαισιόδοξοι (bearish).



 Οριακά κέρδη για τη Wall Street
Οσοι θεωρούν τους εαυτούς τους αισιόδοξους υποστηρίζουν ότι η αγορά θα συνεχίσει να ενισχύεται, αν και «βλέπουν» τον Dow Jones να «κλείνει» το 2011 με κέρδη μόλις 2,3%. Oχι ιδιαίτερα υψηλά, αλλά σαφώς δεν είναι και αμελητέα. Παράλληλα εκτιμούν ότι ο δείκτης θα φθάσει στις 12.773 μονάδες έως τα τέλη Ιουνίου του 2012, δηλαδή θα ενισχυθεί κατά 5% σε σύγκριση με τα τρέχοντα επίπεδα. Ανάλογη η εκτίμησή τους και για τον S&P 500, τον οποίο αναμένουν στις 1.343 μονάδες έως τον ερχόμενο Ιούνιο. «Ολοι βλέπουν ότι οι ακτίνες του ήλιου έχουν αρχίσει να φωτίζουν τις αποτιμήσεις», υποστηρίζει πολύ παραστατικά ο James Hardesty, επικεφαλής της Hardesty Capital Management, με υπό διαχείριση κεφάλαια ύψους 725 εκατ. δολαρίων.
Η υποχώρηση των μετοχικών αποτιμήσεων δεν πέρασε απαρατήρητη από τους διαχειριστές. Το 61% εξ αυτών θεωρεί την αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά υποτιμημένη (undervalued), το 26% ορθά αποτιμημένη (fair value) και μόλις το 13% υπερτιμημένη (overvalued). Επίσης ένα 69% θεωρεί ότι η αμερικανική αγορά μπορεί να καταγράψει κέρδη που θα φθάσουν το 10% ή ακόμη και περισσότερο εντός του επόμενου 6μήνου.
Οι μετοχές είναι ιδιαίτερα ελκυστικές, εξαιτίας και του ότι οι υπόλοιπες «μορφές» επενδύσεων εμφανίζουν δυσοίωνες προοπτικές, με τα ομόλογα να έχουν κυριολεκτικά… ισοπεδωθεί.
Η απόδοση των κερδών του S&P 500 (earnings yield) φθάνει στο 8,4%, ενώ εάν δεν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις των αναλυτών για τα κέρδη του βιομηχανικού δείκτη, θα υποχωρήσουν στο 7,6% για το 2012, δηλαδή θα παραμείνει απόλυτα ικανοποιητική. Την ίδια ώρα η απόδοση για το 10ετές αμερικανικό ομόλογο φθάνει στο 2,3%, ενώ για τα εταιρικά ομόλογα (με τον ελάχιστο «βαθμό» αξιολόγησης) διαμορφώνεται στο 4%.  

Οι επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν εκ νέου τη σχέση τους με τις μετοχές και κυρίως με αυτές εταιριών που προσφέρουν υψηλή μερισματική απόδοση, καθώς διαθέτουν πληθώρα μετρητών. Κλασικά παραδείγματα αποτελούν η Intel, η οποία έχει απόδοση 3,4%, ενώ το 10ετές ομόλογό της προσφέρει 3%, αλλά και η Lockheed Martin, με μερισματική απόδοση 5,1% και απόδοση των ομολόγων στο 3,4%. Η συνολική απόδοση (yield) του S&P 500 αγγίζει το 2,03%, δηλαδή είναι σχεδόν όσο και των 10ετών αμερικανικών ομολόγων.

«Μόλις οι μετοχές αρχίζουν να ανακάμπτουν είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι οι επενδυτές θα αποσύρουν κεφάλαια από τα ομόλογα και θα τα ρίξουν σε αυτές», εκτιμά ο Quoc Tran, διαχειριστής χαρτοφυλακίων στη Lettef Investment, η οποία διαχειρίζεται κεφάλαια τεσσάρων δισ. δολαρίων.

Στην ερώτησή μας ποια επένδυση θα προσφέρει τις καλύτερες αποδόσεις μέσα στο επόμενο 6μηνο, το 63% των διαχειριστών επέλεξε τις μετοχές, το 17% τα πολύτιμα μέταλλα και άλλα εμπορεύματα, το 6% τάχθηκε υπέρ των επενδύσεων σταθερού εισοδήματος και το 5% υπέρ των μετρητών.





Η απαισιόδοξη πλευρά
Oπως συμβαίνει σε όλες τις έρευνες δεν υπάρχουν μόνο οι αισιόδοξοι, υπάρχουν και αυτοί που βλέπουν μισοάδειο το ποτήρι αγορών και οικονομίας. Το 17% των συμμετεχόντων στην έρευνα θέτει ως τιμή - στόχο για τον Dow Jones έως το τέλος του 2011 τις 10.789 μονάδες, ενώ «βλέπει» τον δείκτη να υποχωρεί επιπλέον 10% και να καταλήγει στις 10.757 μονάδες έως τον Ιούνιο του 2012. Οσο για τον S&P 500 εκτιμούν ότι θα υποχωρήσει κατά 13% έως τον επόμενο Ιούνιο.
«Η απουσία οποιουδήποτε καταλύτη που θα μπορέσει να στηρίξει την εμπιστοσύνη των αγορών και να πείσει για την ανάκαμψη της οικονομίας» αποτελεί τον βασικό λόγο που ο Caryn Zweig, επικεφαλής της Abner, Herrman & Brock (εταιρίας με υπό διαχείριση κεφάλαια ύψους 800 εκατ. δολαρίων) συγκαταλέγει εαυτόν μεταξύ των απαισιόδοξων. 
Από την πλευρά του ο Gustave Krafve, διαχειριστής κεφαλαίων στην Trust Co., υποστηρίζει ότι υπάρχει πιθανότητα 50% η αμερικανική οικονομία να διολισθήσει εντός των επόμενων μηνών σε ύφεση.
Αυτό στο οποίο συμφωνούν «αρκούδες» και «ταύροι»( δηλαδή οι αισιόδοξοι και οι απαισιόδοξοι) είναι ότι θα υπάρξει διατήρηση της απομόχλευσης (deleveraging), κάτι το οποίο θα αποτελέσει τροχοπέδη για την πορεία της ανάπτυξης. Το 75% των συμμετεχόντων αναμένουν η ανάπτυξη των ΗΠΑ να κυμανθεί μεταξύ 1% και 2% τόσο φέτος όσο και το 2012, με ένα 15% να «βλέπει» ανάπτυξη 2,5% και ένα 4% να αναμένει συρρίκνωση του αμερικανικού ΑΕΠ.  

Μεγάλη αβεβαιότητα επικρατεί για το τι θα κάνει τους επόμενους μήνες η Fed. Tο 58% των συμμετεχόντων εκτιμά ότι η τράπεζα δεν θα ανακοινώσει και ένα τρίτο «πακέτο» στήριξης της αμερικανικής οικονομίας (κυρίως αγορές αμερικανικών ομολόγων), ενώ το 42% εκφράζει ακριβώς την αντίθετη άποψη. Πάντως ακόμη και εάν η Fed προχωρήσει σε ένα νέο πρόγραμμα στήριξης, το 78% εκτιμά ότι αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει σημαντικά την εικόνα και τις προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας. «Η οικονομική συνέπεια οποιουδήποτε νέου προγράμματος στήριξης της Fed θα είναι μηδαμινή», υποστηρίζει ένας διαχειριστής.



 Η ευρωζώνη θα επιβιώσει.
Oπως είναι απόλυτα φυσιολογικό ένα από τα θέματα που απασχολούν ιδιαίτερα τους διαχειριστές δεν είναι άλλο από την ισχυρή κρίση στην ευρωπαϊκή οικονομία. Σύμφωνα με τους διαχειριστές κανείς δεν έχει ξεχάσει το «δράμα της Lehman» και κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ανάλογα φαινόμενα εάν καταρρεύσει κάποια χώρα του ευρωπαϊκού Νότου.

Ολοι οι διαχειριστές εκτιμούν ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του χρέους της, ενώ υπάρχει και ένα 35% που πιστεύει ότι και η Πορτογαλία θα ακολουθήσει ανάλογο δρόμο. Το 16% πιστεύει ότι αυτό μπορεί να συμβεί και στην Ιταλία, ένα 12% «βλέπει» την Ιρλανδία να ακολουθεί και ένα 13% και την Ισπανία.
Πάντως το 88% των συμμετεχόντων τονίζουν ότι ανεξάρτητα από πόσο «μεγάλες» θα είναι οι αναδιαρθρώσεις χρέους στην Ευρώπη, θεωρούν ότι δεν υπάρχει κίνδυνος διάσπασης της Ε.Ε. Μπορεί να… μείνει με λιγότερα κράτη-μέλη, αλλά τελικώς θα επιβιώσει. «Ας μην ξεχνάμε ότι η έλλειψη κοινής δημοσιονομικής πολιτικής ήταν ένα μεγάλο ερωτηματικό για τη σταθερότητα της ευρωζώνης από τη στιγμή που δημιουργήθηκε. Σήμερα αυτό καθίσταται όλο και πιο ξεκάθαρο. Δεν φθάνει μόνο η νομισματική, χρειάζεται και δημοσιονομική ένωση», υποστηρίζει ένας εκ των συμμετεχόντων και συνεχίζει: «Πιθανώς η ευρωζώνη θα επιζήσει έχοντας ως μέλη μόνο τις χώρες οι οποίες είναι αποφασισμένες να υιοθετήσουν τα κριτήριά της. Θεωρώ ότι το γεγονός πως δέχθηκε στους κόλπους της χώρες που δεν είχαν εκπληρώσει αυτά τα κριτήρια, όπως για παράδειγμα τις Ιταλία και Ελλάδα, ήταν ένα τεράστιο λάθος».

 Εξετάζοντας, τώρα, τις καλύτερες επενδυτικές επιλογές στην αμερικανική αγορά, το 68% των διαχειριστών τάσσονται υπέρ μετοχών υψηλής κεφαλαιοποίησης, με το 17% να είναι υπέρ αυτών μέσης κεφαλαιοποίησης και ένα 15% υπέρ αυτών μικρής κεφαλαιοποίησης. Μάλιστα ο πλέον αγαπημένος κλάδος εμφανίζεται ότι είναι η υψηλή τεχνολογία, με τους διαχειριστές να «ποντάρουν» υπέρ μετοχών εταιριών όπως οι Microsoft, Apple, Intel, Hewlett-Packard, Qualcomm και Amazon.com, για τις οποίες θεωρούν ότι θα προσφέρουν ιδιαίτερα υψηλές αποδόσεις εντός των επόμενων έξι έως 12 μηνών.