Κοινοί κανόνες για τα «κόκκινα» δάνεια. Ενιαίο πλαίσιο κανόνων και αρχών για τα δάνεια που βρίσκονται μια ανάσα πριν από το… κόκκινο επιδιώκει να θέσει σε εφαρμογή η Τράπεζα της Ελλάδος. Σε διαβούλευση που έχει ξεκινήσει ήδη με τα πιστωτικά ιδρύματα, ο κ. Γ. Προβόπουλος, διοικητής της κεντρικής τράπεζας, και οι επιτελείς του θα επιδιώξουν να θέσουν όρους και προϋποθέσεις στις αναχρηματοδοτήσεις δανείων και ρυθμίσεις οφειλών. Στόχος της ΤτΕ είναι να ελέγξει μακροπρόθεσμα τις επισφάλειες, καθώς διαβλέπει ότι οι τράπεζες με τη ρύθμιση οφειλών ουσιαστικά μεταθέτουν τα «κόκκινα» δάνεια για το μέλλον.Οι επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας θεωρούν ότι το 2010 θα είναι ακόμη πιο δύσκολο από πλευράς επισφαλειών, καθώς εκτιμούν ότι από τον Οκτώβριο, δηλαδή μετά τη
λήξη της τουριστικής περιόδου, θα φανούν τα πραγματικά προβλήματα στην ελληνική οικονομία.
Προκειμένου να γίνει σαφής ο διαχωρισμός της ρύθμισης οφειλών λόγω της δυσμενούς αλλαγής στην οικονομική κατάσταση του οφειλέτη και της αναδιάρθρωσης των δανείων όταν δεν υπάρχει διαφαινόμενη αδυναμία των πελατών να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, η ΤτΕ επιθυμεί να θέσει ορισμένα αντικειμενικά κριτήρια. Ως ρύθμιση οφειλών λόγω αδυναμίας αποπληρωμής θεωρούνται από την κεντρική τράπεζα μία ή περισσότερες από τις παρακάτω
αλλαγές, εφόσον η οικονομική κατάσταση του πελάτη έχει χειροτερεύσει:
1. Μείωση του επιτοκίου, ιδίως εφόσον αυτή δεν λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο συμβατικής επαναδιαπραγμάτευσης (π.χ. ανανέωση ορίων).
2. Επέκταση της διάρκειας του δανείου άνω του 20% της αρχικής του διάρκειας, ακόμη και αν συνοδεύεται από αύξηση επιτοκίων, εφόσον το νέο επιτόκιο παραμένει χαμηλότερο από το επιτόκιο της αγοράς για δάνεια παρόμοιου κινδύνου και
διάρκειας. 3. Μείωση της αξίας των δεδουλευμένων τόκων (παραγραφή οφειλόμενων τόκων) ή του κεφαλαίου. 4. Εγκριση μεγάλης περιόδου χάριτος (άνω του ενός έτους) χωρίςνα δικαιολογείται από τη φύση του δανείου. 5. Επαναλαμβανόμενες αυξήσεις
ορίων χορηγήσεων (για τους αλληλόχρεους λογαριασμούς) που δεν δικαιολογούνται από τη βελτίωση ή/και την αύξηση των οικονομικών μεγεθών του πιστούχου.
6. Αναχρηματοδότηση παλαιών οφειλών με νέα δάνεια με όρους που δεν είναι σύμφωνοι με την πιστοδοτική πολιτική για πιστώσεις αντιστοίχου κινδύνου.Ακόμη, θα πρέπει να συνυπάρχουν ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω στοιχεία, τα οποία
αποτελούν ενδείξεις αδυναμίας του οφειλέτη να αποπληρώσει τις οφειλές του: ουσιαστική καθυστέρηση στην αποπληρωμή των δόσεων, χειροτέρευση των οικονομικών στοιχείων του οφειλέτη (μείωση εισοδήματος/κερδών/κύκλου εργασιών κ.ά.), μικρές επαναλαμβανόμενες καθυστερήσεις του πιστούχου κ.ά.
λήξη της τουριστικής περιόδου, θα φανούν τα πραγματικά προβλήματα στην ελληνική οικονομία.
Προκειμένου να γίνει σαφής ο διαχωρισμός της ρύθμισης οφειλών λόγω της δυσμενούς αλλαγής στην οικονομική κατάσταση του οφειλέτη και της αναδιάρθρωσης των δανείων όταν δεν υπάρχει διαφαινόμενη αδυναμία των πελατών να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, η ΤτΕ επιθυμεί να θέσει ορισμένα αντικειμενικά κριτήρια. Ως ρύθμιση οφειλών λόγω αδυναμίας αποπληρωμής θεωρούνται από την κεντρική τράπεζα μία ή περισσότερες από τις παρακάτω
αλλαγές, εφόσον η οικονομική κατάσταση του πελάτη έχει χειροτερεύσει:
1. Μείωση του επιτοκίου, ιδίως εφόσον αυτή δεν λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο συμβατικής επαναδιαπραγμάτευσης (π.χ. ανανέωση ορίων).
2. Επέκταση της διάρκειας του δανείου άνω του 20% της αρχικής του διάρκειας, ακόμη και αν συνοδεύεται από αύξηση επιτοκίων, εφόσον το νέο επιτόκιο παραμένει χαμηλότερο από το επιτόκιο της αγοράς για δάνεια παρόμοιου κινδύνου και
διάρκειας. 3. Μείωση της αξίας των δεδουλευμένων τόκων (παραγραφή οφειλόμενων τόκων) ή του κεφαλαίου. 4. Εγκριση μεγάλης περιόδου χάριτος (άνω του ενός έτους) χωρίςνα δικαιολογείται από τη φύση του δανείου. 5. Επαναλαμβανόμενες αυξήσεις
ορίων χορηγήσεων (για τους αλληλόχρεους λογαριασμούς) που δεν δικαιολογούνται από τη βελτίωση ή/και την αύξηση των οικονομικών μεγεθών του πιστούχου.
6. Αναχρηματοδότηση παλαιών οφειλών με νέα δάνεια με όρους που δεν είναι σύμφωνοι με την πιστοδοτική πολιτική για πιστώσεις αντιστοίχου κινδύνου.Ακόμη, θα πρέπει να συνυπάρχουν ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω στοιχεία, τα οποία
αποτελούν ενδείξεις αδυναμίας του οφειλέτη να αποπληρώσει τις οφειλές του: ουσιαστική καθυστέρηση στην αποπληρωμή των δόσεων, χειροτέρευση των οικονομικών στοιχείων του οφειλέτη (μείωση εισοδήματος/κερδών/κύκλου εργασιών κ.ά.), μικρές επαναλαμβανόμενες καθυστερήσεις του πιστούχου κ.ά.