Οι περισσότεροι κατέχουμε αλήθειες που δύσκολα παραδεχόμαστε ανοιχτά. Καταναλώνουμε μεγαλύτερη ποσότητα αλκοόλ απ’ ό,τι θα έπρεπε. Ζηλεύουμε. Επιθυμούμε αγαθά που γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι είναι περιττά. Η συλλογική συνείδηση των αγορών δεν διαφέρει και τόσο. Γνωρίζει ότι τα συνταξιοδοτικά συστήματα των κρατών βρίσκονται στα όρια της χρεοκοπίας, όπως και μια σειρά από άλλες, δυσάρεστες αλήθειες. Οτι πλησιάζει η στιγμή που θα ξεσπάσουν πόλεμοι για το νερό. Οτι η Κίνα θα ξεπεράσει τη Δύση. Οτι οι τράπεζες συνεχίζουν να συμπεριφέρονται ως αρπακτικά, όπως συνέβαινε και πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση. Οτι η άσκηση κεϋνσιανής πολιτικής θα πυροδοτήσει νέο κύμα πληθωρισμού. Οτι η πορεία της τιμής του χρυσού μεταφέρει ένα μήνυμα. Το να έχει συνείδηση κάποιων πραγμάτων δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι το παραδέχεται κανείς ανοικτά.
«Η αγορά του χρυσού έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι σχετίζεται με τόσο πολλά πράγματα, με το δολάριο, τον πληθωρισμό, τα επιτόκια, την πολιτική αβεβαιότητα», επισημαίνει ο Ντέιβιντ Ρόζενμπεργκ, επικεφαλής οικονομολόγος στην Gluskin Sheff & Associated στο Τορόντο. «Φέτος, για παράδειγμα, ο χρυσός έχει εξελιχθεί από -πολύτιμο- εμπόρευμα σε τίτλο ανάλογου κύρους με ένα νόμισμα, χωρίς μάλιστα να είναι χρεωμένο με την πολιτική καμιάς χώρας», προσθέτει.
Το ράλι της τιμής του χρυσού ίσως αντανακλά περισσότερο τη δυσπιστία των επενδυτών για τις αγορές μετοχών από την ανησυχία τους για άνοδο των τιμών. Και όμως, η τιμή του βαμβακιού βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας 15ετίας, ενώ η τιμή του σιταριού έχει αυξηθεί κατά 30% το τελευταίο 12μηνο. Τα επίσημα στοιχεία, ωστόσο, μιλούν για πληθωρισμό που βρίσκεται σε αδράνεια!
Κανένας επενδυτής δεν θα αγόραζε μετοχές ή ομόλογα εάν συνειδητοποιούσε ότι ο μέσος όρος διαβίωσης αυξάνεται όλο και περισσότερο, ότι υποχωρεί η γεννητικότητα και πως ο κόσμος προσαρμόζεται σε ένα περιβάλλον χαμηλότερων αποδόσεων συγκριτικά με την προ κρίσης εποχή. Η άνοδος της τιμής του σιταριού μετά την απαγόρευση των εξαγωγών από την κυβέρνηση της Ρωσίας δεν είναι μεμονωμένο γεγονός. Ολοι έχουν διαβάσει ιστορίες για την αγορά δικαιωμάτων αξιοποίησης αφρικανικής γης από τους Κινέζους για τις επόμενες δεκαετίες. Αλλά κανένας δεν θέλει να συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο ανεπάρκειας στην προσφορά τροφίμων κάποια στιγμή στο μέλλον.
Με την ίδια λογική, ο δανεισμός σε κυβερνήσεις δεν είναι ασφαλές σπορ, είτε πρόκειται για την Αργεντινή, την Ιρλανδία και την Ισλανδία, είτε για τις ΗΠΑ. Αυτές τις ημέρες, η επένδυση σε κρατικά ομόλογα εμπεριέχει μέρος του κινδύνου του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος. Και αυτό συμβαίνει διότι το κόστος διάσωσης τραπεζικών κολοσσών μεταβιβάστηκε στους φορολογούμενους που σήμερα αναγκάζονται να δανειστούν από τις αγορές. Αυτή την εβδομάδα, οι δημοπρασίες ιρλανδικών, ελληνικών και ισπανικών ομολόγων δημιούργησαν την εντύπωση πως αποκαταστάθηκε η εμπιστοσύνη στις αγορές κρατικού χρέους. Είναι κοινό μυστικό πως η κατάσταση θα ήταν εντελώς διαφορετική εάν οι κεντρικές τράπεζες δεν λειτουργούσαν ως ύστατος δανειστής. Μπορούμε, όμως, να προσποιούμαστε ότι τα πράγματα είναι καλύτερα.
«Η αγορά του χρυσού έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι σχετίζεται με τόσο πολλά πράγματα, με το δολάριο, τον πληθωρισμό, τα επιτόκια, την πολιτική αβεβαιότητα», επισημαίνει ο Ντέιβιντ Ρόζενμπεργκ, επικεφαλής οικονομολόγος στην Gluskin Sheff & Associated στο Τορόντο. «Φέτος, για παράδειγμα, ο χρυσός έχει εξελιχθεί από -πολύτιμο- εμπόρευμα σε τίτλο ανάλογου κύρους με ένα νόμισμα, χωρίς μάλιστα να είναι χρεωμένο με την πολιτική καμιάς χώρας», προσθέτει.
Το ράλι της τιμής του χρυσού ίσως αντανακλά περισσότερο τη δυσπιστία των επενδυτών για τις αγορές μετοχών από την ανησυχία τους για άνοδο των τιμών. Και όμως, η τιμή του βαμβακιού βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας 15ετίας, ενώ η τιμή του σιταριού έχει αυξηθεί κατά 30% το τελευταίο 12μηνο. Τα επίσημα στοιχεία, ωστόσο, μιλούν για πληθωρισμό που βρίσκεται σε αδράνεια!
Κανένας επενδυτής δεν θα αγόραζε μετοχές ή ομόλογα εάν συνειδητοποιούσε ότι ο μέσος όρος διαβίωσης αυξάνεται όλο και περισσότερο, ότι υποχωρεί η γεννητικότητα και πως ο κόσμος προσαρμόζεται σε ένα περιβάλλον χαμηλότερων αποδόσεων συγκριτικά με την προ κρίσης εποχή. Η άνοδος της τιμής του σιταριού μετά την απαγόρευση των εξαγωγών από την κυβέρνηση της Ρωσίας δεν είναι μεμονωμένο γεγονός. Ολοι έχουν διαβάσει ιστορίες για την αγορά δικαιωμάτων αξιοποίησης αφρικανικής γης από τους Κινέζους για τις επόμενες δεκαετίες. Αλλά κανένας δεν θέλει να συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο ανεπάρκειας στην προσφορά τροφίμων κάποια στιγμή στο μέλλον.
Με την ίδια λογική, ο δανεισμός σε κυβερνήσεις δεν είναι ασφαλές σπορ, είτε πρόκειται για την Αργεντινή, την Ιρλανδία και την Ισλανδία, είτε για τις ΗΠΑ. Αυτές τις ημέρες, η επένδυση σε κρατικά ομόλογα εμπεριέχει μέρος του κινδύνου του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος. Και αυτό συμβαίνει διότι το κόστος διάσωσης τραπεζικών κολοσσών μεταβιβάστηκε στους φορολογούμενους που σήμερα αναγκάζονται να δανειστούν από τις αγορές. Αυτή την εβδομάδα, οι δημοπρασίες ιρλανδικών, ελληνικών και ισπανικών ομολόγων δημιούργησαν την εντύπωση πως αποκαταστάθηκε η εμπιστοσύνη στις αγορές κρατικού χρέους. Είναι κοινό μυστικό πως η κατάσταση θα ήταν εντελώς διαφορετική εάν οι κεντρικές τράπεζες δεν λειτουργούσαν ως ύστατος δανειστής. Μπορούμε, όμως, να προσποιούμαστε ότι τα πράγματα είναι καλύτερα.