Τρίτη 7 Σεπτεμβρίου 2010
Καλώς ήλθατε στο 1938. ------ Paul Krugman / The New York Times
Καλώς ήλθατε στο 1938. ------ Paul Krugman / The New York Times
Ιδού πώς έχουν τα πράγματα: η αμερικανική οικονομία βρέθηκε σε κρίση. Οι πολιτικές του προέδρου περιόρισαν τη ζημία, υπήρξαν όμως πολύ συγκρατημένες και η ανεργία παραμένει καταστροφικά υψηλή. Χρειάζεται σαφώς περισσότερη δράση. Ωστόσο, το κοινό αντιδρά στον κυβερνητικό ακτιβισμό και μάλλον επιφυλάσσει στους Δημοκρατικούς σοβαρή ήττα στις ενδιάμεσες εκλογές.
Ο περί ου ο λόγος πρόεδρος είναι ο Φράνκλιν Ρούζβελτ. Το έτος, το 1938. Μέσα σε λίγα χρόνια, βέβαια, η Μεγάλη Υφεση είχε τελειώσει. Είναι όμως διδακτικό όσο και αποθαρρυντικό να ρίξουμε μια ματιά στην κατάσταση των ΗΠΑ γύρω στα 1938. Διδακτικό γιατί ο χαρακτήρας της ανάκαμψης που ακολούθησε ανατρέπει τα επιχειρήματα που κυριαρχούν στη σημερινή δημόσια συζήτηση. Και αποθαρρυντικό γιατί δύσκολα βλέπουμε κάτι που να μοιάζει με το θαύμα της δεκαετίας του ’40.
Βέβαια, υποτίθεται ότι δεν έπρεπε να ζήσουμε ξανά τα τέλη της δεκαετίας του ’30. Οι οικονομολόγοι του Μπαράκ Ομπάμα δεσμεύθηκαν να μην επαναλάβουν τα λάθη του 1937, όταν ο πρόεδρος απέσυρε πολύ νωρίς τα δημοσιονομικά κίνητρα. Ωστόσο, με το πολύ μικρό και βραχύβιο πρόγραμμά του, ο κ. Ομπάμα έκανε ακριβώς αυτό: η στήριξη παρέσχε ανάπτυξη όσο κράτησε, επηρέασε όμως ελάχιστα την ανεργία. Και τώρα τελειώνει.
Και όπως φοβήθηκαν κάποιοι από εμάς, η ανεπάρκεια του αρχικού οικονομικού σχεδίου της κυβέρνησης έκλεισε την ίδια και τη χώρα σε πολιτική παγίδα. Χρειάζεται κατεπειγόντως νέα στήριξη, αλλά στα μάτια του κοινού η αποτυχία του αρχικού προγράμματος να επιφέρει πειστική ανάκαμψη απαξίωσε τις ενέργειες για τη δημιουργία νέων θέσεων. Εν ολίγοις, καλώς ήλθατε στο 1938.
Η ιστορία του 1937, της καταστροφικής απόφασης του προέδρου, να ακούσει όσους υποστήριζαν πως ήλθε η ώρα να μειωθεί το έλλειμμα, είναι πασίγνωστη. Λιγότερο γνωστό πόσο λάθος συμπέρασμα εξήγαγε το κοινό από την ύφεση που ακολούθησε: αντί να ζητήσουν νέο Νιου Ντιλ, οι ψηφοφόροι έχασαν την πίστη τους στη δημοσιονομική επέκταση. Κι ύστερα ήλθε ο πόλεμος.
Από οικονομική άποψη, ο Β΄ Παγκόσμιος ήταν πάνω απ’ όλα ένα κύμα κυβερνητικών δαπανών χρηματοδοτούμενων από το έλλειμμα, σε κλίμακα που δεν θα είχε ποτέ εγκριθεί αλλιώς. Στη διάρκειά του, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δανείσθηκε ποσό διπλάσιο του ΑΕΠ του 1940, ισοδύναμο με σημερινά 30 τρισ. δολάρια.
Αν είχε κανείς προτείνει δαπάνη μέρους, έστω, αυτού του ποσού προπολεμικά, θα άκουγε αντίστοιχες με τις σημερινές απαντήσεις. Θα τον προειδοποιούσαν για το χρέος και τον πληθωρισμό. Θα του επεσήμαιναν, ορθώς, ότι την ύφεση την προκάλεσε σε μεγάλο βαθμό το υπερβολικό χρέος και πως κάτι τέτοιο δεν το διορθώνεις με νέο χρέος.
Ιδού, όμως, που τέτοιες δαπάνες δημιούργησαν οικονομική έκρηξη, η οποία έθεσε τα θεμέλια της μακρόχρονης ευημερίας. Το συνολικό χρέος -ιδιωτικό και δημόσιο- συρρικνώθηκε ως προς το ΑΕΠ. Και μετά τον πόλεμο, χάρις στη βελτιωμένη οικονομική κατάσταση του ιδιωτικού τομέα, η οικονομία μπόρεσε να ευδοκιμήσει χωρίς διαρκή ελλείμματα.
Το οικονομικό δίδαγμα είναι σαφές: όταν η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση, δεν ισχύουν οι συνήθεις κανόνες. Οταν προσπαθείς να μειώσεις το χρέος σε εποχή λιτότητας, δημιουργείς ύφεση και αποπληθωρισμό, και το χρέος μεγαλώνει. Η ιστορία του 1938 δείχνει επίσης πόσο δύσκολο είναι να εφαρμοσθούν οι θεωρίες. Στην περίπτωση του Ρούζβελτ, η τελική λύση δόθηκε ουσιαστικά κατά τύχη. Είχα ελπίσει πως αυτή τη φορά θα τα πηγαίναμε καλύτερα. Αποδεικνύεται ότι πολιτικοί και οικονομολόγοι πέρασαν δεκαετίες «ξεμαθαίνοντας» και είναι αποφασισμένοι να επαναλάβουν τα παλιά λάθη.
Πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι η κάμψη διορθώνεται. Χρειάζεται μόνο λίγη πνευματική διαύγεια και πολλή πολιτική βούληση. Ας ελπίσουμε ότι θα βρούμε αυτές τις αρετές στο όχι και πολύ μακρινό μέλλον.